Ομιλία του ψυχιάτρου Γιώργου Νικολαϊδη στην ομιλία της 21ης Μαίου 2016

“Καταγγελίες ή υπόνοιες κακοποίησης ή παραμέλησης ενός παιδιού : σύγχρονες αντιλήψεις για την αποτελεσματική τους διερεύνηση χωρίς την επαναθυματοποίησή του”.

Γιώργος Νικολαϊδης, ψυχίατρος,

Διευθυντής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας

του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού.

Ο κύριος Νικολαΐδης αναφέρθηκε στην ουδέτερη τοποθέτηση του όσον αφορά στο φύλο του γονέα και ότι η ουσία βρίσκεται στην προστασία των παιδιών από το ίδιο το κοινωνικό σύνολο και στην μη θυματοποίηση των παιδιών από τις αντιδικίες των ενηλίκων.

Η κοινωνία αλλάζει και βάσει αυτών των αλλαγών πρέπει να αναθεωρούνται και οι επιστημονικές και νομοθετικές βάσεις. Διαφορετικά αποτελέσματα ερευνών ενδεχομένως θα έχει κάποιος από την Ελλάδα του 1950 από αυτή του σήμερα.

«…πρέπει να είμαστε ανοιχτοί σε αυτά τα νέα φαινόμενα, γιατί η ζωή είναι πολύ πιο πλούσια και πιο απροσδόκητη πολλές φορές από τα σχήματα που έχουμε στο μυαλό μας.»

Αναφέρθηκε ο κύριος Νικολαΐδης στον μεγάλο βαθμό δικαστικής θυματοποίησης που υποβάλλεται ένα παιδί στην Ελλάδα κυρίως λόγω σωματικής κακοποίησης.  Υπάρχει πολύ μεγάλο ποσοστό κακοποίησης στην χώρα μας το οποίο δεν αναφέρεται στις αρχές ή και να αναφερθεί η διαδικασία είναι τέτοια που το κυριότερο που επιτυγχάνεται τελικά είναι ο επανατραυματισμός του παιδιού.  Ένα παιδί στην Ελλάδα του σήμερα μπορεί να κληθεί να καταθέσει για την κακοποίηση που υπέστη κατά μέσο όρο 14 φορές.

Ένα άλλο είδος κακοποίησης είναι οι ψευδείς καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση από χωρισμένους γονείς που βρίσκονται σε αντιδικία.  Σε αυτές τις περιπτώσεις βέβαια υπάρχει και πιθανή ψυχολογική κακοποίηση και στιγματισμός του άδικα κατηγορούμενου.

«Και πιστεύουμε ότι να υπάρχουν τέτοια συστήματα όπως μια σειρά από χώρες που θα δείξω δύο παραδείγματα παρακάτω, βοηθάει όχι μόνο το παιδί, αλλά και τους εμπλεκόμενους γιατί διασφαλίζει τα συμφέροντα τους απέναντι σε οποιαδήποτε κακόβουλη τυχόν ενέργεια.  Φυσικά, κανένα σύστημα κοινωνικής πολιτικής, κανένα σύστημα κοινωνικού σχεδιασμού, δε μπορεί να ξεπεράσει τη λειτουργία της κοινωνίας ως τέτοια, που όντως πρέπει να αντιληφθεί ότι τα παιδιά δε μπορεί να γίνουνε τρόπαιο μιας σχέσης που έφτασε σε ένα πέρας ή εργαλείο για να προκαλέσουμε πόνο ψυχικό στην άλλη πλευρά. Και αυτό δυστυχώς, το βλέπουμε να γίνεται και είναι κάτι που καλώς ή κακώς, δε ξεπερνιέται μόνο με νόμους, αλλά περισσότερο με το να προχωρήσουμε σε μια άλλη αντίληψη για τα πράγματα.  Όπως επίσης ότι δε μπορούν τα παιδιά να γίνονται μπαλάκι από τη μια υπηρεσία στην άλλη, από δικαστήριο σε δικαστήριο, ότι δεν είναι ιδιοκτησία κανενός, ούτε και των δύο γονιών.

Είναι πρόσωπα, είναι άνθρωποι, είναι φορείς δικαιωμάτων.

Και ότι δε μπορούμε να έχουμε διαφορετική μεταχείριση ανάλογα τη χώρα. Στην Ελλάδα σήμερα με το που καταγγέλλεται ότι ένα παιδί είναι θύμα απ τον έναν γονιό του για να είμαστε εδώ, αλλά σε κάθε περίπτωση, ακολουθούνται άλλες διαδικασίες, επιλαμβάνονται άλλοι επαγγελματίες αναλόγως το που κατατίθεται αυτή η καταγγελία, αν πάει στο δικαστήριο, στην αστυνομία, σε μια κοινωνική υπηρεσία, σε μια ΜΚΟ και αναλόγως αν αυτό γίνεται στην Αθήνα, στη Μυτιλήνη, στα Γιάννενα.

Αυτό είναι μια απαράδεκτη παλινδρόμηση που υπάρχει στη χώρα μας που πρέπει επιτέλους να μπει σε αυτό που λέγεται φιλικές προς το παιδί υπηρεσίες και συγκεκριμένα φιλική προς το παιδί δικαιοσύνη».

Ο κύριος Νικολαΐδης προτείνει την υιοθέτηση των μοντέλων άλλων χωρών όπως το «Σπίτι του Παιδιού» της Ισλανδίας όπου το παιδί εξετάζεται μια φορά και παράλληλα με την δίκη από ειδικό ψυχολόγο και η μαρτυρία του μεταδίδεται μέσω ηλεκτρονικών μέσων στο δικαστήριο.  Το παιδί δεν επανεξετάζεται παρά εξετάζεται το CD της κατάθεσης.  Με αυτό το μοντέλο το κράτος δεν θυματοποιεί τα παιδιά ξανά και ξανά, γλυτώνει τεράστιο αριθμό ωρών απασχόλησης του δικαστικού του δυναμικού και η διαδικασία είναι δραματικά ταχύτερη από την ελληνική.

«Πιστεύω ότι πέρα από την κοινωνική ωφελιμότητα, τη προστασία των παιδιών, την αποφόρτιση δεκάδων εκατοντάδων, ίσως και παραπάνω ανθρώπων που εμπλέκονται σε δικαστικές εμπλοκές, οι οποίες είναι ατελεύτητες και οι μόνοι που κερδίζουνε είναι ευφυείς δικηγόροι και ίσως κάποιοι, εκ του πονηρού κινούμενοι επαγγελματίες.

Πιστεύω ότι έχει ωριμάσει το έδαφος και πιστεύω ότι αυτή η κοινωνική επένδυση αποδίδει πάρα πολύ, γιατί, εντάξει, εγώ καταλαβαίνω το σκεπτικό των κυβερνώντων ότι σε καιρό κρίσης κανείς πρέπει να είναι φειδωλός όταν προτείνει να αναπτυχθούν νέες υπηρεσίες, όμως πιστεύω ότι μια τέτοια υπηρεσία που θα μπορούσε για παράδειγμα να καλύψει όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής που είναι το 1/3 του πληθυσμού της χώρας, δε χρειάζεται να έχει σε κάθε χωριό τέτοια πράγματα, θα απέδιδε πάρα πολλά σε επίπεδο πόρων που κατασπαταλώνται, ζωών που καταστρέφονται και πάνω απ όλα παιδιών που επαναθυματοποιούνται.

Ευχαριστώ πολύ».

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *