Ομιλία της αν. καθηγήτριας Πατρίνας Παπαρρηγοπούλου στην ημερίδα της 21ης Μαίου 2016

“Η σύσταση σώματος δικαστικών ψυχο – κοινωνικών υπηρεσιών”

Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου,

αν. καθηγήτρια Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

 XI6I0171-min

To συμφέρον του παιδιού

Η επιταγή να αξιολογείται το συμφέρον του παιδιού κατά προτεραιότητα σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν στα παιδιά (αποφάσεις διοικητικές, δικαστικές ή από κοινωνικές υπηρεσίες δημόσιες και ιδιωτικές) καθιερώνεται στο άρθρο 3 παρ 1 της Διεθνούς Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού και καταλαμβάνει τα παιδιά στο σύνολό τους αλλά και μεμονωμένα. Καθιερώνεται επίσης στο άρθρο 1511 του ΑΚ (Κάθε απόφαση σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου. Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του Δικαστηρίου όταν κατά τις διατάξεις του νόμου αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της.  Εξάλλου, ιδιαίτερη βαρύτητα κατά το άρθρο 12 της Σύμβασης δίδεται στη γνώμη του παιδιού ανάλογα πάντως με την ωριμότητά του.

Είναι σαφές ότι η Πολιτεία επιβάλλεται να δραστηριοποιηθεί όταν το συμφέρον της οικογένειας και των μελών της βρίσκονται σε διάσταση ή όταν ανακύπτουν ανάγκες στις οποίες η οικογένεια δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Τούτο μπορεί με δημόσια όργανα ή με τη δραστηριοποίηση ιδιωτών (νομικών ή φυσικών προσώπων).

Τι προέβλεπε το άρθρο 681 Γ του ΚΠολΔ στην παρ. 2

Στις  διαφορές που αφορούν στην άσκηση της γονικής μέριμνας ή στην  επικοινωνία γονέων και τέκνων καθιερώνεται στάδιο υποχρεωτικής προδικασίας που περιλαμβάνει την έρευνα, από όργανα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας, των συνθηκών διαβίωσης του ανηλίκου και την υποβολή στο δικαστήριο, έως την ημέρα της συζήτησης, σχετικής αναλυτικής έκθεσης η οποία, στις περιπτώσεις όπου φέρεται στο δικόγραφο της αγωγής ότι ο ένας από τους γονείς ή το ανήλικο τέκνο παρουσιάζει ψυχικά προβλήματα, θα πρέπει να συνοδεύεται και από ψυ­χιατρική έκθεση. Το μονομελές ή πολυμελές δικαστήριο είναι εξάλλου υποχρεω­μένο, κατά την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο της αγωγής και πριν από κάθε συζήτηση να προσπαθήσει, με την ποινή του απαραδέκτου, να επιλύσει συμβι­βαστικά τη διαφορά, ύστερα από ακρόαση των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους. Ο συμβιβασμός πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου, αλλιώς δεν δεσμεύει το δικαστήριο.

Αυτή ήταν η μοναδική διάταξη που προβλεπόταν η λειτουργία των κοινωνικών υπηρεσιών  ως στάδιο της υποχρεωτικής προδικασίας που περιλάμβανε την έρευνα από όργανα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας των συνθηκών διαβιώσεως του ανηλίκου και την υποβολή το δικαστήριο σχετικής εκθέσεως, συνοδευόμενης ενίοτε και από αντίστοιχη ψυχιατρική έκθεση (βλ. Αθανασίου, ΕλλΔνη 1997.1474). Η μη εμπρόθεσμη πάντως υποβολή της αιτήσεως από την κοινωνική υπηρεσία είχε κριθεί ότι δεν εμποδίζει την επί της ουσίας έρευνα της διαφοράς (άρθρ. 19 IV ν. 2521/1997). Θεσπίζεται 2πίσης η υποχρέωση του δικαστηρίου να επιχειρήσει τη συμβιβαστική επίλυ­ση της διαφοράς προς όφελος του τέκνου (παρ. II 2-3) επί ποινή απαραδέκτου της συζητήσεως (ΕφΑΘ 9215/1999, ΕλλΔνη 1999.1109, 1110).

Οι εκθέσεις των κοινωνικών υπηρεσιών προβλέπονται επίσης και κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων των Εισαγγελέων ανηλίκων καθώς και των Εισαγγελέων ενδοοικογενειακής βίας.

Ο νομοθέτης προέβλεψε στο άρθρο 54 παρ. 1 του ν. 2447/1996 ότι για όσο χρονικό διάστημα και σε όσες κοινωνικές υπηρεσίες δεν έχουν συγκροτηθεί ακόμα ειδικά τμήματα, οι σχετικές αρμοδιότητες ασκούνται από ειδικούς επιστήμονες των τμημάτων ανηλίκων αυτών των υπηρεσιών και, ωσότου συγκροτηθούν και αρχίσουν να λειτουργούν και αυτά τα τμήματα, από ειδικούς επιστήμονες των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και των κοινωνικών οργανώσεων που εποπτεύονται από αυτές.

Επίσης, στην παράγραφο ε’ του άρθρου 1 του Π.Δ. 250/1999 (ΦΕΚ 206Α’/7.10.1999 με τίτλο “Τρόπος άσκησης από τους ειδικούς επιστήμονες του άρθρου 54 του Ν. 2447/1996 των αρμοδιοτήτων κοινωνικής υπηρεσίας που τους ανατίθενται στο πλαίσιο της λειτουργίας της δικαστικής συμπαράστασης”, προέβλεψε πως: «Οι αρμοδιότητες κοινωνικής υπηρεσίας που προβλέπονται από τις ουσιαστικές και δικονομικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου, που κυρώθηκε με το Ν. 2447/1996 (ΦΕΚ 276 Α’), οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, ασκούνται από τους ειδικούς επιστήμονες… ε) των λοιπών μονάδων ψυχικής υγείας που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 93 του Ν. 2071/1992, εξαιρουμένων των ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών».

Η προσωρινή άσκηση των αρμοδιοτήτων των Κοινωνικών Υπηρεσιών του ν. 2447/1996 από τις κοινωνικές οργανώσεις που εποπτεύονται από το ΥΥΚΑ προβλέπεται στο άρθρο 54 παρ. 1 του ν. 2447/1996 ενώ για τις κοινωνικές υπηρεσίες των ΝΠΙΔ υπό τον συντονισμό και την εποπτεία των Κέντρων Ψυχικής Υγείας των νομών, προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. ε’ του άρθρου 1, ΠΔ 250/1999 σε συνδ. με το άρθρο 93 παρ. 1, του Ν. 2071/1992.

Εν κατακλείδι, δεν λειτούργησαν δικαστικές κοινωνικές υπηρεσίες και οι σχετικές έρευνας διεξάγονταν από τα κέντρα ψυχικής υγείας.

To άρθρο 681 Γ του ΚΠολΔ καταργήθηκε με την παρ. 1  του τέταρτου άρθρου του Ν 4335/2016.

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν οι κοινωνικές υπηρεσίες είναι άχρηστες, οπότε ορθά καταργήθηκαν ή μήπως είναι χρήσιμες οπότε στο μέτρο που δεν έχουν αντικατασταθεί από άλλες διατάξεις υπάρχει πρόβλημα.

     Οπισθοχώρηση η κατάργησή των διατάξεων του άρθρου 681 Γ μολονότι δεν είχε εφαρμοσθεί και ανάγκη επαναφοράς και συμπλήρωσής τους

Η λειτουργία των κοινωνικών υπηρεσιών θα διευκόλυνε τα Δικαστήρια στην έκδοση των αποφάσεων που αφορούν σε ευαίσθητα θέματα οικογενειακού δικαίου και θα συντελούσε στην αποσυμφόρησή τους.

Οι υπηρεσίες αυτές μπορεί να στελεχωθούν από ψυχολόγους (παιδοψυχολόγους) και κοινωνικούς λειτουργούς που διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα για την άσκηση του επαγγέλματος.

Οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί μπορούν να εξομαλύνουν τις οικογενειακές σχέσεις και να συμβάλλουν αποφασιστικά στην προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού.

Η διερεύνηση του οικογενειακού περιβάλλοντος, η υποστήριξη του παιδιού και της οικογένειάς του συμβάλλουν αποφασιστικά στην έκδοση των βέλτιστων αποφάσεων και πολύ συχνά οδηγούν στην εξώδικη επίλυση των οικογενειακών διαφορών. Ειδικότερα, οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί είναι σε θέση με τις γνώσεις και την εμπειρία τους να επισημάνουν στο Δικαστήριο στοιχεία που στο πλαίσιο της δίκης δεν αναδεικνύονται.

Το παραπάνω άρθρο μολονότι δεν είχε εφαρμοσθεί, κινούνταν στην ορθή κατεύθυνση δηλαδή στην διερεύνηση του οικογενειακού περιβάλλοντος και στην εξεύρεση των καλύτερων λύσεων για το παιδί. Τα άρθρα αυτά δεν αντικαταστάθηκαν και τούτο αποτελεί “οπισθοχώρηση” του επιπέδου της προστασίας των παιδιών αλλά και της δικαστικής προστασίας εν γένει που πλέον στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στα προβλεπόμενα αποδεικτικά μέσα που ισχύουν κατά τον ΚΠολΔ. Ωστόσο, οι οικογενειακές διαφορές έχουν την ιδιαιτερότητα ότι στο κέντρο τους βρίσκεται το παιδί και η υγεία του (σωματική και ψυχική). Η λειτουργία των κοινωνικών υπηρεσιών  διασφαλίζει την τακτική παρακολούθηση του οικογενειακού περιβάλλοντος, την προσέγγιση των μελών της οικογένειας και την εμπέδωση της μεταξύ τους εμπιστοσύνης και επικοινωνίας, την  εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων κ.λπ. Οι μηχανισμοί στις περιπτώσεις αυτές δεν πρέπει να είναι  “εξαιρετικοί” όπως είναι η πραγματογνωμοσύνη, αλλά να έχουν τακτικό χαρακτήρα και μεγαλύτερη διάρκεια από μια πραγματογνωμοσύνη.

Με άλλα λόγια  η κατάργηση των κοινωνικών υπηρεσιών συνιστά μια οπισθοχώρηση όσον αφορά στην προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού  που δεν δικαιολογείται ούτε σε περίοδο κρίσης.

ΟΙ κοινωνικές υπηρεσίες προτείνεται να επαναφερθούν στον ΚΠολΔ και να συμπληρωθεί η νομοθεσία, ώστε να δημιουργηθεί κατά το πρότυπο των δικαστικών επιμελητών ένα σώμα ψυχολόγων και δικαστικών επιμελητών που θα παρέχει τις προβλεπόμενες στη νομοθεσία υπηρεσίες και θα αμείβεται από τους διαδίκους για τις υπηρεσίες του και με βάση το καθορισμένο από το Κράτος τιμολόγιο.

Η επαναφορά διευκολύνεται και από το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος (ΣΚΛΕ) με το άρθρο 111 του Ν 4387/2016 κατέστη ΝΠΔΔ εποπτευόμενο από τον Υπουργό Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Στην παρ. 4 του άρθρου αυτού προβλέπεται ότι “με ΠΔ που εκδίδεται με πρόταση του εποπτεύοντος Υπουργού και των Υπουργών Υγείας και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης καθορίζονται οι κατηγορίες μελών του ΣΚΛΕ, οι διαδικασίες εγγραφής, …… η συγκρότηση, σύνθεση και λειτουργία των Πειθαρχικών Συμβουλίων, ο Κώδικας Δεοντολογίας των Κοινωνικών Λειτουργών που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας και κάθε θέμα συναφές με τον ΣΚΛΕ”.

Η νομοθεσία θα πρέπει να συμπληρωθεί, ώστε  και προβλεφθεί ότι στα Δικαστήρια συστήνονται δικαστικές κοινωνικές υπηρεσίες ου αποτελούνται από άμισθούς ψυχιάτρους και κοινωνικούς λειτουργούς κατά το πρότυπο που παρέχουν τις υπηρεσίες τους οι  δικαστικοί επιμελητές.

Τα Kέντρα ψυχικής υγείας τα οποία σήμερα παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές δεν συνδέονται με μια διαρκή σχέση με τα Δικαστήρια δεν είναι οι σύμβουλοι του Δικαστή, δεν έχουν αυξημένη ευθύνη έναντι των διαδίκων ούτε προστατεύονται από τις διώξεις των διαδίκων ούτε είναι σαφές τι έντυπα συμπληρώνουν με τι περιεχόμενο ούτε προβλέπονται διαδικασίες προσφυγής κατά των εκθέσεών τους κ.λπ. Σε άλλες χώρες οι κοινωνικές υπηρεσίες ενεργούν με βάση ειδικά πρωτόκολλα (ιατρικά ή μη) και είναι σύμβουλοι των οικογενειακών Δικαστηρίων , είναι επιφορτισμένες με την παρακολούθηση της εκτέλεσης των αποφάσεων και προστατεύονται από διώξεις ενώ τηρείται η γενικώς ισχύουσα δικονομία.

Θα πρέπει να προσδιορισθούν

  • Τα προσόντα με τα οποία θα εγγράφονται στο σώμα αυτό οι ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί (ενδεικτικά εμπειρία ΧΧΧ ετών μετά την άδεια άσκησης επαγγέλματος κ.λπ.)
  • Οι εκθέσεις τις οποίες θα συντάσσουν και θα υποβάλλουν στο Δικαστήριο (είδη εκθέσεων, ελάχιστο περιεχόμενο, μεθοδολογία και πρότυπα).
  • Τα βιβλία που θα τηρούν.
  • Το τιμολόγιο με βάση το οποίο θα αμείβονται.
  • Οι πειθαρχικές και ποινικές κυρώσεις στην περίπτωση που παραβιάζουν τα καθήκοντά τους.
  • Η προστασία τους στην περίπτωση καταγγελιών.

Στα θετικά της πρότασης αυτής είναι επίσης ότι απασχολούνται οι ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, χωρίς να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ δημιουργείται μια αξιόπιστη βάση πληροφοριών χρήσιμων για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.

Ενδεικτικά συμπλήρωση των άρθρων

 950 Του ΚΠολΔ

1532 του ΚΠολΔ

1512 του ΚΠολΔ

 1441 εδ. 2 του ΚΠολΔ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *